Συνολικές προβολές σελίδας

Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2015

Βασικό Λεξιλόγιο της Αρχαίας Ελληνικής
(Δημοσθένης - Ισοκράτης - Λυσίας -Ξενοφώντας - Πλάτων -Θουκυδίδης)
ΜΕΡΟΣ B΄ 

Ξ

ξένος
φίλος από φιλοξενία
Ο

οἴκοι
στο σπίτι – στην πατρίδα
οἴχομαι
φεύγω - αναχωρώ
ὀρρωδέω - ῶ
φοβάμαι
ὀφλισκάνω
καταδικάζομαι σε πρόστιμο
ὀφλισκάνω δίκην θανάτου
καταδικάζομαι σε θάνατο
Π

πάνυ
Πολύ
παρακελεύομαι
προτρέπω
πράγματα παρέχω τινί
ενοχλώ κάποιον
προπετής
ορμητικός – βίαιος
προσέχω τον νοῦν τινί
έχω στραμμένη την προσοχή μου σε κάποιον - κάτι
προσήκοντες
Συγγενείς
Ρ

ραστώνη
ανάπαυση - ευκολία
ρύομαι
σώζω
ρώννυμι
είμαι υγιής
Σ

συνάγω
συγκεντρώνω
συνίημι
εννοώ - καταλαβαίνω
συνουσία
συναναστροφή
σύνταξις
φόρος
συντίθεμαι
συγκατατίθεμαι – κάνω συνθήκη
συντυγχάνω τινί
συναντώ κάποιον τυχαία
Τ

τεκμαίρομαι
συμπεραίνω
τίθημι νόμον
προτείνω νόμον
τιμωρῶ τινά
τιμωρώ κάποιον
τιμωρῶ τινί
βοηθώ κάποιον
τιτρώσκω
τραυματίζω
Υ

ὑπάγομαι
εξαπατώμαι
ὑπάρχει + τελ.απαρέμφατο
είναι δυνατόν να…
ὑπεναντίος
αντίθετος - εχθρικός
ὑπερορῶ
περιφρονώ
ὑπισχνέομαι – οῦμαι
υπόσχομαι
ὑπολαμβάνω
παίρνω το λόγο
ὑπολαμβάνω + ειδ. απαρέμφατο
θεωρώ – νομίζω ότι
ὑποτοπέω - ῶ
υποψιάζομαι - υποπτεύομαι
ὑφαιρέομαι – οῦμαι
αφαιρώ κρυφά
Φ

φαίνομαι + ειδ.απαρέμφατο
φαίνομαι ότι
φαίνομαι + κατηγ. μετοχή
αποδεικνύομαι ότι
φαίνω
φανερώνω - γνωστοποιώ
φιλοτιμία
φιλοδοξία – αγάπη - αφοσίωση
φρονῶ μέγα
καυχιέμαι - υπερηφανεύομαι
Χ

χαλεπαίνω τινί
στενοχωριέμαι - οργίζομαι
χάριν ἔχω τινί
οφείλω ευγνωμοσύνη σε κάποιον
χρῆμα
συναλλαγή – πράγμα - υπόθεση
χρήματα
περιουσία - μέσο - πράγματα
χρηστήριον
χρησμός
Ψ

Ω

ὠνέομαι –οῦμαι
αγοράζω
ὥρα
φροντίδα
ὡς συνελόντι εἰπεῖν
για να μιλήσω σύντομα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου