Συνολικές προβολές σελίδας

Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2015

ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΣΤΑ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΣΤΑ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ
(Ενότητες 1-10)
 (Να διαβαστεί μετά από επανάληψη όλων των ενοτήτων)


Στο τέλος του πρώτου βιβλίου των Ηθικών Νικομαχείων ο Αριστοτέλης είχε καταλήξει στη θέση ότι η αρετή διακρίνεται σε διανοητική και ηθική. Το σχολικό βιβλίο ξεκινά από το δεύτερο βιβλίο.
Στην Ενότητα 1: ισχυρίζεται ότι η ηθική αρετή αντιδιαστέλλεται προς τη διανοητική, η οποία προϋποθέτει την ύπαρξη δασκάλου, χρόνου και εμπειρίας προκειμένου να αποκτηθεί. (στη συνέχεια βέβαια θα αναφερθεί και στο ρόλο του δασκάλου και στον τρόπο απόκτησης της ηθικής αρετής).Η  ηθική αρετή γίνεται κτήμα μέσω του έθους, της συνήθειας του ατόμου σε αυτήν. Η λέξη ήθος άλλωστε παράγεται από τη λέξη έθος, δηλαδή η ηθική αρετή υπάρχει εξαιτίας της εμφάνισης μιας συνήθειας, ενός επαναλαμβανόμενου συγκεκριμένου τρόπου συμπεριφοράς.( αυτή η ετυμολόγηση δηλώνει και την πεποίθηση του φιλοσόφου ότι οι λέξεις και η ουσία των πραγμάτων ταυτίζονται, δηλ. το λέγεσθαι = είναι). Συνέπεια της θέσης αυτής είναι ότι κύριος υπεύθυνος για την απόκτηση της αρετής είναι το άτομο, όχι η φύση (απορρίπτει εδώ την αριστοκρατική αντίληψη για τις ανθρώπινες ικανότητες). Ο φιλόσοφος φέρνει εμπειρικά παραδείγματα (πέτρα-φωτιά) για να καταδείξει την αντίθεση έθους-φύσης (τα φυσικά όντα παραμένουν αναλλοίωτα και αμετάβλητα, ό,τι όμως διαμορφώνεται από τη συνήθεια είναι δυνατό να μεταβληθεί). Η ηθική αρετή τελικά δεν είναι φυσική ιδιότητα, όμως δεν είναι και κάτι αντίθετο στη φύση, αφού οι άνθρωποι εκ φύσεως προορίζονται να την κάνουν κτήμα τους.

Στην Ενότητα 2: προσθέτει ένα ακόμα επιχείρημα για να αποδείξει ότι η ηθική αρετή γεννιέται από τη συνήθεια, όχι από τη φύση. Επιχειρεί μια σύγκριση με τις ανθρώπινες αισθήσεις, χρησιμοποιώντας το βασικό φιλοσοφικό ζεύγος δύναμις-ενέργεια και καταλήγει στο ότι η απόκτηση της αρετής συμβαίνει με αντίθετο τρόπο από ότι με τις αισθήσεις. Δηλαδή, η αρετή κατακτάται με την άσκηση σε συγκεκριμένη συνήθεια, με την ενέργεια {προηγείται η ενέργεια}, ενώ οι φυσικές αισθήσεις πρώτα υπάρχουν κι έπειτα λειτουργούν {προηγείται η δυνατότητα, ακολουθεί η ενέργεια, π.χ γεννιόμαστε με τη δυνατότητα όρασης, ακολουθεί η ενέργεια της όρασης}. Άρα, η ηθική αρετή δεν είναι φυσική ιδιότητα. Στη συνέχεια κάνει μια αναφορά στις τέχνες: τεχνίτης γίνεται κάποιος όταν ασκείται ενεργά στην τέχνη του, δηλ. μαθαίνει με την εφαρμογή μιας επαναλαμβανόμενης πράξης. Έτσι, με τη μεθοδική ενέργεια προκόβει κάποιος και στη δικαιοσύνη, τη σωφροσύνη, την ανδρεία.

Στην Ενότητα 3: τονίζεται το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διαμορφώνεται η ηθική αρετή. Αυτό είναι η πόλη με τους νομοθέτες της, η ικανότητα των οποίων είναι καθοριστική για τη μετάδοση της ηθικής αρετής στους πολίτες. Και στην ηθική αρετή, λοιπόν, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο ο δάσκαλος (οι νομοθέτες θεωρούνται δάσκαλοι της πολιτείας). Στη συνέχεια φέρνει παραδείγματα από το χώρο της τέχνης, των κιθαριστών και των οικοδόμων, για να τονίσει ξανά τη σημασία του εθισμού, εδώ όμως έρχεται και το καινούριο σημείο, ότι δηλ. και η κακία αποκτάται μέσω του εθισμού σε κακές πράξεις. Αφού λοιπόν υπάρχει η δυνατότητα να γίνουμε καλοί ή κακοί μέσω του ανάλογου εθισμού, δεν κατέχουμε αυτομάτως την αρετή από τη φύση μας, αλλά παίζει ρόλο στο αν και κατά πόσο θα την κατακτήσουμε και ο δάσκαλος.

Στην Ενότητα 4: τονίζει την κοινωνική διάσταση της αρετής, φέρνοντας ως παράδειγμα τις καθημερινές μας συναναστροφές. Εκεί δειχνόμαστε δίκαιοι ή άδικοι, δειλοί ή θαρραλέοι, σώφρονες και πράοι ή ακόλαστοι και οργίλοι, συμπεριφερόμενοι με συγκεκριμένο τρόπο. Τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας (έξεις), λοιπόν, διαμορφώνονται από τις επαναλαμβανόμενες ενέργειές μας. Οι επαναλαμβανόμενες ενέργειές μας όμως θα πρέπει να διαθέτουν και ποιότητα, σε υψηλό μάλιστα βαθμό. Έτσι, αυτές ακριβώς οι επαναλαμβανόμενες ποιοτικές ενέργειες θα μας οδηγήσουν στην αρετή, κι όταν κατακτήσουμε την αρετή, θα μας είναι πιο εύκολο να τις κάνουμε. Δηλαδή, οι ενέργειες οδηγούν στις έξεις και οι έξεις στις ενέργειες(συνηθίζουμε π.χ να περιφρονούμε επαναληπτικά τον κίνδυνο, έτσι γινόμαστε ανδρείοι {ενέργεια → έξη}, μετά, όντες ανδρείοι, αντιμετωπίζουμε ακόμα καλύτερα τον κίνδυνο {έξη → ενέργεια}. Τονίζεται τέλος ξανά η τεράστια σημασία του ορθού εθισμού από παιδική ηλικία.

Στην Ενότητα 5: Ποιο είναι όμως το «αποδεικτικό σημάδι» ότι έχουν πια διαμορφωθεί οι σωστές έξεις μέσα μας;  Το συναίσθημα που κάθε φορά αποκομίζουμε με τις πράξεις μας ή με την αποχή μας από αυτές. Αν αυτό είναι γενικά ευχάριστο, τότε σε γενικές γραμμές η πράξη θα χαρακτηρίζεται ως ενάρετη, σε αντίθετη περίπτωση το άτομο χρειάζεται δρόμο ακόμη μέχρι το χαρακτηρισμό της πράξης του ως ενάρετης. Γίνεται διάκριση μεταξύ καλών και κακών ηδονών, και τονίζεται ξανά η σημασία της σωστής αγωγής από την παιδική ηλικία, ώστε να καταστούμε ικανοί να τις διακρίνουμε και να επιλέγουμε πάντα το δρόμο της αρετής. Εδώ γενικά ο φιλόσοφος συνδέει στενά  την ηθική αρετή με τα συναισθήματα και τις επιθυμίες, κάνοντας τα πρώτα βήματα στο χώρο της επιστήμης της ψυχολογίας.

Στην Ενότητα 6:  από αυτήν την ενότητα και πέρα περιλαμβάνονται οι αριστοτελικές θέσεις σχετικά με την εξέταση της ηθικής αρετής ως έννοιας. Η αρετή, ως ενέργεια της ψυχής, θα είναι ή πάθος ή δύναμη ή έξις (αφού κατά τη θεωρία του αυτές είναι οι ενέργειες στην ψυχή). Η αρετή δεν είναι «πάθος» (απλό συναίσθημα), ούτε «δύναμη» (δυνατότητα βίωσης-μετοχής των παθών). Είναι «έξις» (αυτό είναι το «προσεχές γένος» της, δηλ. το ευρύτερο σύνολο στο οποίο εντάσσεται). Το ερώτημα εδώ είναι: τι λογής έξη είναι η αρετή; Ήδη είδαμε ότι η έξη αυτή είναι αποτέλεσμα επαναλαμβανόμενων ποιοτικών ενεργειών. Η ειδοποιός διαφορά της αρετής ως έξης, αυτό δηλ. που τη διακρίνει από τις λοιπές έξεις, θα είναι το κατά πόσο κάνει το ίδιο πράγμα που την κατέχει ποιοτικό καθώς και το έργο που το πράγμα έχει να επιτελέσει ως σκοπό στη ζωή του. Με άλλα λόγια: στον Αριστοτέλη κάθε ον έχει να εκπληρώσει ένα έργο στη ζωή του, ένα συγκεκριμένο σκοπό. Η αρετή αποτελεί «έξη» του όντος αυτού, και θα είναι «ποιοτική έξη», μόνο αν καθιστά α) το ίδιο το ον ποιοτικό καθώς και β)τη λειτουργία του. Έτσι, ο άνθρωπος θα θεωρείται ενάρετος, αν έχει αυτή την «έξη», η οποία καθιστά την ύπαρξή του αλλά και το έργο που έχει από τη φύση να επιτελέσει ποιοτικά.

Στην Ενότητα 7: διερευνάται εδώ το θέμα της μεσότητας, με διάκριση του αντικειμενικού-αριθμητικού μέσου από το υποκειμενικό-ανθρώπινο μέσο. Ενδιαφέρει εδώ το υποκειμενικό μέσο, που δεν είναι ένα, ούτε το ίδιο για όλους, καθώς όλοι μας έχουμε διαφορετικά μέτρα και σταθμά κρίσης. Η ευθύνη επιλογής του μέσου είναι επομένως ατομική, και ο γνώστης ενεργεί αποφεύγοντας πάντοτε τα άκρα της υπερβολής και της έλλειψης και επιλέγοντας το μέσο. Συνδέεται έτσι η ηθική αρετή με την έννοια της υποκειμενικής μεσότητας, της αποφυγής των άκρων όσον αφορά στην ηθική συμπεριφορά.

Στην Ενότητα 8: Εδώ το μέσον συνδέεται με τις έννοιες της τέχνης, της φύσης και της αρετής.
Με έναν εκτεταμένο υποθετικό συλλογισμό προκύπτει το συμπέρασμα ότι η ηθική αρετή θα έχει ως στόχο της την επίτευξη της μεσότητας. Αν η καλή τέχνη , αυτή που ασκούν οι αγαθοί τεχνίτες, εκπληρώνει το έργο της στοχεύοντας πάντοτε στο μέσο και αποφεύγοντας την υπερβολή και την έλλειψη, και αν η αρετή είναι καλύτερη και ακριβέστερη από την τέχνη, τότε η αρετή θα έχει ως στόχο και αυτή τη μεσότητα. Το κείμενο επίσης επιχειρεί σύγκριση μεταξύ των τριών εννοιών, θέτοντας σε πρώτη μοίρα την αρετή, που πλάθει προσωπικότητες, έπειτα τη φύση και τελευταία την τέχνη, που μιμείται απλώς τη φύση.

Στην Ενότητα 9: δηλώνονται οι 5 περιορισμοί όσον αφορά στην εκδήλωση των ανθρώπινων συναισθημάτων αλλά και πράξεων: ο χρόνος αποφυγής της έλλειψης και υπερβολής, τα πράγματα με τα οποία έρχεται κανείς σε επαφή, οι άνθρωποι με την ιδιαίτερη συμπεριφορά τους ο καθένας, η αιτία και ο τρόπος ενέργειας. Όλα αυτά τα στοιχεία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μας, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ορθή συμπεριφορά μας, η προσανατολισμένη προς τη μεσότητα. Επιπλέον, η μεσότητα εδώ ταυτίζεται με την αρετή (το μέσον είναι το άριστον, λέξη η οποία ετυμολογικά σχετίζεται με τη λέξη αρετή), ενώ στην Ενότητα 8 αποτελούσε στόχο της αρετής.

Στην Ενότητα 10: ο φιλόσοφος κάνει την εμπειρική παρατήρηση (επηρεασμένος από τους Πυθαγόρειους και τον πίνακα των αντιθέτων στοιχείων που συνέχουν το σύμπαν) ότι η αποτυχία εμφανίζεται πολύ συχνά, ενώ η επιτυχία σπάνια. Αποτυχία θεωρείται η υπερβολή και η έλλειψη, ενώ επιτυχία η κατάκτηση της μεσότητας, που έχει ήδη ταυτιστεί στην ενότητα 9 με την ηθική αρετή. Ο τελικός ορισμός της ηθικής αρετής: είναι προαιρετική έξη {έξη: ενότητα 6}, δηλ. εξαρτάται από τη βούληση του ατόμου που ζει σε ένα κοινωνικό σύνολο,μεσότητα {ενότητα 9}με βάση το υποκειμενικό μέσο {ενότητα 7}, καθορίζεται από τη λογική και μάλιστα τη λογική του συνετού ανθρώπου. Έτσι η φρόνηση αποτελεί κριτήριο που συνδιαμορφώνει την ηθική αρετή.






Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2015

AΓΝΩΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ Β΄ ΛΥΚΕΙΟΥ:
Εξάσκηση 4 

Ἰσοκράτους Πλαταϊκός 46-47

Τίνας γάρ ἄν ἡμῶν εὕροι τις δυστυχεστέρους, οἵτινες και πόλεως και χώρας και χρημάτων ἐν μιᾷ στερηθέντες ἡμέρᾳ, πάντων τῶν ἀναγκαίων ὁμοίως ἐνδεεῖς ὄντες ἀλῆται καί πτωχοί καθέσταμεν, ἀποροῦντες, ὅποι τραπώμεθα, και πάσας τάς οἰκήσεις δυσχεραίνοντες ˑ ἤν τε γάρ δυστυχοῦντας καταλάβωμεν, ἀλγοῦμεν ἀναγκαζόμενοι προς τοῖς οἰκείοις κακοῖς και τῶν ἀλλοτρίων κοινωνεῖν ˑ ἤν θ’ ὡς εὖ πράττοντας ἔλθωμεν, ἔτι χαλεπώτερον ἔχομεν, οὐ ταῖς ἐκείνων φθονοῦντες εὐπορίαις ἀλλά μᾶλλον ἐν τοῖς τῶν πέλας ἀγαθοῖς τάς ἡμετέρας αὐτῶν συμφοράς καθορῶντες, ἐφ’αἷς ἡμεῖς οὐδεμίαν ἡμέραν ἀδακρυτί διάγομεν ἀλλά πενθοῦντες τήν πατρίδα καί θρηνοῦντες τήν μεταβολήν τήν γεγενημένην ἅπαντα τον χρόνον διατελοῦμεν.

Λεξιλόγιο

χώρα = ύπαιθρος χώρα, ἐνδεής = φτωχός, ἀλήτης = περιπλανώμενος , τρέπομαι = στρέφομαι, καταλαμβάνω = συναντώ, ἀλγέω-ῶ = πονώ, εὐπορία - ευτυχία, εὖ πράττω = ευτυχώ, πέλας=κοντά (οἱ πέλας {ὄντες} =οι γείτονες)

Βήματα

1. Χωρίζω το κείμενο σε περιόδους – ημιπεριόδους και σε προτάσεις:

Τίνας γάρ ἄν ἡμῶν εὕροι τις δυστυχεστέρους, οἵτινες και πόλεως και χώρας και χρημάτων ἐν μιᾷ στερηθέντες ἡμέρᾳ, πάντων τῶν ἀναγκαίων ὁμοίως ἐνδεεῖς ὄντες ἀλῆται καί πτωχοί καθέσταμεν, ἀποροῦντες, ὅποι τραπώμεθα, και πάσας τάς οἰκήσεις δυσχεραίνοντες ˑ ἤν τε γάρ δυστυχοῦντας καταλάβωμεν, ἀλγοῦμεν ἀναγκαζόμενοι προς τοῖς οἰκείοις κακοῖς και τῶν ἀλλοτρίων κοινωνεῖν ˑ ἤν θ’ ὡς εὖ πράττοντας ἔλθωμεν, ἔτι χαλεπώτερον ἔχομεν, οὐ ταῖς ἐκείνων φθονοῦντες εὐπορίαις ἀλλά μᾶλλον ἐν τοῖς τῶν πέλας ἀγαθοῖς τάς ἡμετέρας (ἡμῶν) αὐτῶν συμφοράς καθορῶντες, ἐφ’αἷς ἡμεῖς οὐδεμίαν ἡμέραν ἀδακρυτί διάγομεν ἀλλά πενθοῦντες τήν πατρίδα καί θρηνοῦντες τήν μεταβολήν τήν γεγενημένην ἅπαντα τον χρόνον διατελοῦμεν.

2. Συντακτικά βασικά σημεία:

α. Στην ευθεία ερώτηση (Τίνας γάρ ἄν ἡμῶν εὕροι τις δυστυχεστέρους) προσέχω τη δυνητική ευκτική    (μετάφραση:θα+παρατατικός) = Γιατί ποιους πιο δυστυχισμένους από εμάς θα έβρισκε κανείς...
β. Η αναφορική (οἵτινες...δυσχεραίνοντες) απο κάποιους θεωρείται αναφορική-ῡποθετική (προφανώς στηρίζονται στη δυνητική ευκτική της ερώτησης που τη λαμβάνουν ως απόδοση του υποθετικού λόγου, ενώ θα μπορούσε να είναι και αναφορική - αιτιολογική με βάση το νόημα. 
3. Την πλάγια ερώτηση (ὅποι τραπώμεθα) θα τη θεωρήσουμε αντικείμενο στη μετοχή "ἀποροῦντες". 
Βλέπουμε ότι εκφέρεται με απορηματική υποτακτική.
4. Προσέχουμε τον υποθετικό λόγο:υπόθεση (ἤν τε γάρ δυστυχοῦντας καταλάβωμεν) - απόδοση (ἀλγοῦμεν). Είδος:αόριστη επανάληψη στο παρόν και μέλλον. Ο εμπρόθετος "πρός τοῖς κακοῖς" θα  πρέπει να θεωρηθεί "ἑμπρόθετος της προσθήκης"= κοντά στις συμφορές (αυτού του είδους ο εμπρόθετος μεταφράζεται και με "κοντά σε..", αλλά και με "εκτός από..") 
5. Το ίδιο είδος υποθετικού λόγου το βρίσκουμε και πιο κάτω, με υπόθεση: (ἤν...ἔλθωμεν) και απόδοση (ἔχομεν).Προσοχή στις μετοχές: φθονοῦντες-καθορῶντες
6. Ακολουθούν δύο αναφορικές προτάσεις, στις οποίες προσέχουμε ότι το διατελῶ συντάσσεται      πάντα με κατηγορηματική μετοχή.Το ἡμέραν=αιτιατική του χρόνου.


Γ. Μετάφραση

Γιατί ποιους θα μπορούσε να βρει κανείς πιο δυστυχισμένους από εμάς, οι οποίοι και την πόλη μας και την ύπαιθρο και την περιουσία (μας) αφού χάσαμε μέσα σε μια ημέρα, με το να στερηθούμε όλα τα αναγκαία εξίσου, έχουμε γίνει περιπλανώμενοι και φτωχοί, βρισκόμενοι σε αμηχανία (ή: χωρίς να γνωρίζουμε) πού να στραφούμε, και δυσκολεύοντας (ενν. οι ίδιοι) τις μετακινήσεις (μας);
Το σημείο αυτό είναι προβληματικό ως προς τη μετάφραση: το "δυσχεραίνοντες" θα θεωρηθεί τροπική μετοχή, όπως και το "οἴκησις" δε θα μεταφραστεί ως "κατοικία",αλλά μάλλον ως "μετακίνηση". Κατά λέξη,λοιπόν, θα λέγαμε: " δυσκολεύοντας τις μετακινήσεις", με την έννοια της προσπάθειας εξεύρεσης νέων κατοικιών. Η μετάφραση του 1939 από την "Πύλη της ελληνικής γλώσσας" είναι η εξής: "υποφέροντας σ' όποιο μέρος κι' αν καταφύγουμε"). Μια δεύτερη μετάφραση του Αραπόπουλου από το 1955: "προξενώντας αγανάκτηση σε όλα τα μέρη που ζητούμε να εγκατασταθούμε". 
  Διότι κι αν συναντήσουμε δυστυχισμένους ανθρώπους, πονούμε, επειδή αναγκαζόμαστε να συμμετέχουμε και στις ξένες συμφορές, εκτός από τις δικές μας · κι' όταν πάλι έλθουμε σ' ευτυχισμένους, υποφέρουμε ακόμη περισσότερο, όχι βέβαια γιατί φθονούμε τα αγαθά εκείνων, αλλά περισσότερο γιατί διακρίνουμε τις δικές μας συμφορές μέσα στα αγαθά των γειτόνων, εξαιτίας των οποίων (εννοείται:συμφορών) δεν περνάμε καμιά μέρα χωρίς δάκρυα,  αλλά συνεχώς όλο τον χρόνο πενθούμε την πατρίδα και θρηνούμε για την αλλαγή που έχει γίνει.  
Βασικό Λεξιλόγιο της Αρχαίας Ελληνικής
(Δημοσθένης - Ισοκράτης - Λυσίας -Ξενοφώντας - Πλάτων -Θουκυδίδης)
ΜΕΡΟΣ B΄ 

Ξ

ξένος
φίλος από φιλοξενία
Ο

οἴκοι
στο σπίτι – στην πατρίδα
οἴχομαι
φεύγω - αναχωρώ
ὀρρωδέω - ῶ
φοβάμαι
ὀφλισκάνω
καταδικάζομαι σε πρόστιμο
ὀφλισκάνω δίκην θανάτου
καταδικάζομαι σε θάνατο
Π

πάνυ
Πολύ
παρακελεύομαι
προτρέπω
πράγματα παρέχω τινί
ενοχλώ κάποιον
προπετής
ορμητικός – βίαιος
προσέχω τον νοῦν τινί
έχω στραμμένη την προσοχή μου σε κάποιον - κάτι
προσήκοντες
Συγγενείς
Ρ

ραστώνη
ανάπαυση - ευκολία
ρύομαι
σώζω
ρώννυμι
είμαι υγιής
Σ

συνάγω
συγκεντρώνω
συνίημι
εννοώ - καταλαβαίνω
συνουσία
συναναστροφή
σύνταξις
φόρος
συντίθεμαι
συγκατατίθεμαι – κάνω συνθήκη
συντυγχάνω τινί
συναντώ κάποιον τυχαία
Τ

τεκμαίρομαι
συμπεραίνω
τίθημι νόμον
προτείνω νόμον
τιμωρῶ τινά
τιμωρώ κάποιον
τιμωρῶ τινί
βοηθώ κάποιον
τιτρώσκω
τραυματίζω
Υ

ὑπάγομαι
εξαπατώμαι
ὑπάρχει + τελ.απαρέμφατο
είναι δυνατόν να…
ὑπεναντίος
αντίθετος - εχθρικός
ὑπερορῶ
περιφρονώ
ὑπισχνέομαι – οῦμαι
υπόσχομαι
ὑπολαμβάνω
παίρνω το λόγο
ὑπολαμβάνω + ειδ. απαρέμφατο
θεωρώ – νομίζω ότι
ὑποτοπέω - ῶ
υποψιάζομαι - υποπτεύομαι
ὑφαιρέομαι – οῦμαι
αφαιρώ κρυφά
Φ

φαίνομαι + ειδ.απαρέμφατο
φαίνομαι ότι
φαίνομαι + κατηγ. μετοχή
αποδεικνύομαι ότι
φαίνω
φανερώνω - γνωστοποιώ
φιλοτιμία
φιλοδοξία – αγάπη - αφοσίωση
φρονῶ μέγα
καυχιέμαι - υπερηφανεύομαι
Χ

χαλεπαίνω τινί
στενοχωριέμαι - οργίζομαι
χάριν ἔχω τινί
οφείλω ευγνωμοσύνη σε κάποιον
χρῆμα
συναλλαγή – πράγμα - υπόθεση
χρήματα
περιουσία - μέσο - πράγματα
χρηστήριον
χρησμός
Ψ

Ω

ὠνέομαι –οῦμαι
αγοράζω
ὥρα
φροντίδα
ὡς συνελόντι εἰπεῖν
για να μιλήσω σύντομα